Επικοινωνία
Address: Ελ. Βενιζέλου 61, Νέα Ερυθραία, 14671
Follow Us
BLOG Αδυνάτισμα Παχυσαρκία

H υπερκατανάλωση τροφής δεν είναι η κύρια αιτία της παχυσαρκίας – τι υποστηρίζουν οι επιστήμονες.

Το ακόλουθο άρθρο δημοσιεύθηκε στο The American Journal of Clinical Nutrition, το επιστημονικό περιοδικό
της Αμερικανικής Εταιρείας Διατροφής (American Society for Nutrition) για άμεση ενημέρωση.


Νέα λοιπόν έρευνα που δημοσιεύθηκε στο The American Journal of Clinical Nutrition, υποστηρίζει ότι οι βασικές αιτίες της επιδημίας της παχυσαρκίας σχετίζονται περισσότερο με το τι τρώμε παρά με το πόσο τρώμε.

ΠΗΓΗ


Περίληψη: Μια έρευνα στο The American Journal of Clinical Nutrition αμφισβητεί το μοντέλο του «ενεργειακού ισοζυγίου», το οποίο λέει ότι η αύξηση του σωματικού βάρους συμβαίνει επειδή τα άτομα καταναλώνουν περισσότερη ενέργεια από όση καίνε.

Σύμφωνα με τους συγγραφείς, «η αντίληψη της παχυσαρκίας ως διαταραχή του ενεργειακού ισοζυγίου επαναδιατυπώνει μια αρχή της φυσικής χωρίς να λαμβάνει υπόψη τους βιολογικούς μηχανισμούς που κρύβονται πίσω από την αύξηση του σωματικού βάρους». Οι συγγραφείς τάσσονται υπέρ του «μοντέλου υδατανθράκων-ινσουλίνης», το οποίο εξηγεί την παχυσαρκία ως μεταβολική διαταραχή που οφείλεται περισσότερο στο τι τρώμε και όχι στο πόσο.

  • Τα μηνύματα για τη δημόσια υγεία που προτρέπουν τους ανθρώπους να τρώνε λιγότερο και να ασκούνται περισσότερο έχουν αποτύχει να αναχαιτίσουν τα αυξανόμενα ποσοστά παχυσαρκίας και ασθενειών που σχετίζονται με την παχυσαρκία.
  • Το μοντέλο του ενεργειακού ισοζυγίου, το οποίο λέει ότι η αύξηση του σωματικού βάρους προκαλείται από την κατανάλωση περισσότερης ενέργειας από αυτή που καίγεται, «επαναδιατυπώνει μια αρχή της φυσικής χωρίς να λαμβάνει υπόψη τους βιολογικούς μηχανισμούς που οδηγούν στην αύξηση του σωματικού βάρους».
  • Το μοντέλο υδατανθράκων-ινσουλίνης προβάλλει έναν τολμηρό ισχυρισμό: Η υπερκατανάλωση τροφής δεν προκαλεί παχυσαρκία- η διαδικασία της παχύνσεως προκαλεί υπερκατανάλωση τροφής.
  • Η σημερινή επιδημία παχυσαρκίας οφείλεται, εν μέρει, σε ορμονικές αντιδράσεις που προέρχονται από αλλαγές στην ποιότητα της τροφής: ιδιαίτερα σε τροφές υψηλού γλυκαιμικού φορτίου, οι οποίες αλλάζουν ριζικά τον μεταβολισμό.
  • Η εστίαση στο τι τρώνε οι άνθρωποι και όχι στο πόσο τρώνε είναι μια καλύτερη στρατηγική για τη διαχείριση του βάρους.

 

Στατιστικά στοιχεία από τα Κέντρα Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων (CDC) δείχνουν ότι η παχυσαρκία επηρεάζει περισσότερο από το 40% των Αμερικανών ενηλίκων, θέτοντάς τους σε υψηλότερο κίνδυνο για καρδιακές παθήσεις, εγκεφαλικά επεισόδια, διαβήτη τύπου 2 και ορισμένους τύπους καρκίνου. Οι Διατροφικές Οδηγίες για τους Αμερικανούς 2020 – 2025 του USDA, αναφέρουν επιπλέον ότι η απώλεια βάρους «απαιτεί από τους ενήλικες να μειώσουν τον αριθμό των θερμίδων που λαμβάνουν από τρόφιμα και ποτά και να αυξήσουν την ποσότητα που δαπανάται μέσω της σωματικής δραστηριότητας».

Αυτή η προσέγγιση για τη διαχείριση του βάρους βασίζεται στο μοντέλο ενεργειακού ισοζυγίου που υπάρχει εδώ και έναν αιώνα και το οποίο αναφέρει ότι η αύξηση του σωματικού βάρους προκαλείται από την κατανάλωση περισσότερης ενέργειας από αυτή που καίει ο οργανισμός. Στον σύγχρονο κόσμο, που περιβάλλεται από εξαιρετικά εύγευστα, έντονα εμπορεύσιμα, φτηνά επεξεργασμένα τρόφιμα, είναι εύκολο για τους ανθρώπους να καταναλώνουν περισσότερες θερμίδες από όσες χρειάζονται, μια ανισορροπία που επιδεινώνεται ακόμη περισσότερο από τον σημερινό καθιστικό τρόπο ζωής.

Με αυτή τη λογική, η υπερκατανάλωση τροφής, σε συνδυασμό με την ανεπαρκή σωματική δραστηριότητα, οδηγεί στην επιδημία της παχυσαρκίας. Από την άλλη πλευρά, παρά τις δεκαετίες των μηνυμάτων δημόσιας υγείας που προτρέπουν τους ανθρώπους να τρώνε λιγότερο και να ασκούνται περισσότερο, τα ποσοστά της παχυσαρκίας και των ασθενειών που σχετίζονται με την παχυσαρκία αυξάνονται σταθερά.

Οι συγγραφείς του βιβλίου «Το μοντέλο υδατανθράκων-ινσουλίνης: Μια φυσιολογική οπτική για την πανδημία της παχυσαρκίας», μια οπτική που δημοσιεύθηκε στο The American Journal of Clinical Nutrition, επισημαίνουν θεμελιώδη ελαττώματα στο μοντέλο του ενεργειακού ισοζυγίου, υποστηρίζοντας ότι ένα εναλλακτικό μοντέλο, το μοντέλο υδατανθράκων-ινσουλίνης, εξηγεί καλύτερα την παχυσαρκία και την αύξηση του σωματικού βάρους.

Επιπλέον, το μοντέλο υδατανθράκων-ινσουλίνης δείχνει τον δρόμο για πιο αποτελεσματικές, μακροχρόνιες στρατηγικές διαχείρισης του βάρους.

Σύμφωνα με τον επικεφαλής συγγραφέα Dr. David Ludwig, ενδοκρινολόγο στο Νοσοκομείο Παίδων της Βοστώνης και καθηγητή στην Ιατρική Σχολή του Harvard, το μοντέλο του ενεργειακού ισοζυγίου δεν βοηθά στην κατανόηση των βιολογικών παραγόντων της αύξησης του βάρους: «Κατά τη διάρκεια μιας περιόδου ανάπτυξης, για παράδειγμα, οι έφηβοι μπορεί να αυξήσουν την πρόσληψη τροφής κατά 1.000 θερμίδες την ημέρα. Όμως η υπερκατανάλωσή αυτή προκαλεί την έξαρση της ανάπτυξης ή είναι η έξαρση της ανάπτυξης που με τη σειρά της προκαλεί την πείνα και την υπερκατανάλωση τροφής στους εφήβους;».

Σε αντίθεση με το μοντέλο του ενεργειακού ισοζυγίου, το μοντέλο υδατανθράκων-ινσουλίνης διατυπώνει έναν τολμηρό ισχυρισμό: Η υπερκατανάλωση τροφής δεν είναι η κύρια αιτία της παχυσαρκίας.

Αντιθέτως, το μοντέλο υδατανθράκων-ινσουλίνης επιρρίπτει μεγάλο μέρος της ευθύνης για τη σημερινή επιδημία παχυσαρκίας στα σύγχρονα διατροφικά πρότυπα που χαρακτηρίζονται από υπερβολική κατανάλωση τροφίμων με υψηλό γλυκαιμικό φορτίο: Ιδίως των επεξεργασμένων, ταχέως αφομοιώσιμων υδατανθράκων. Αυτές οι τροφές προκαλούν ορμονικές αντιδράσεις που αλλάζουν ριζικά τον μεταβολισμό, οδηγώντας στην αποθήκευση λίπους, στην αύξηση του βάρους και στην παχυσαρκία.

Με την κατανάλωση εξαιρετικά επεξεργασμένων υδατανθράκων, ο οργανισμός αυξάνει την έκκριση ινσουλίνης και καταστέλλει την έκκριση γλυκαγόνης. Αυτό, με τη σειρά του, δίνει σήμα στα λιποκύτταρα να αποθηκεύσουν περισσότερες θερμίδες, αφήνοντας λιγότερες θερμίδες διαθέσιμες για την τροφοδοσία των μυών και άλλων μεταβολικά ενεργών ιστών.
Ο εγκέφαλος αντιλαμβάνεται ότι το σώμα δεν λαμβάνει αρκετή ενέργεια, γεγονός που, με τη σειρά του, οδηγεί σε αίσθημα πείνας. Επιπλέον, ο μεταβολισμός μπορεί να επιβραδυνθεί στην προσπάθεια του σώματος να εξοικονομήσει καύσιμα. Έτσι, οι άνθρωποι τείνουν να παραμένουν πεινασμένοι, ακόμη και όταν συνεχίζουν να αποκτούν περιττό λίπος.


Για να γίνει κατανοητή η επιδημία της παχυσαρκίας, πρέπει να εξεταστεί όχι μόνο το πόσο τρώμε, αλλά και το πώς οι τροφές αυτές επηρεάζουν τις ορμόνες και τον μεταβολισμό. Με τον ισχυρισμό του ότι όλες οι θερμίδες είναι ίδιες για το σώμα, το μοντέλο του ενεργειακού ισοζυγίου χάνει αυτό το κρίσιμο κομμάτι του παζλ.

Αν και το μοντέλο υδατανθράκων-ινσουλίνης δεν είναι καινούργιο -οι απαρχές του χρονολογούνται στις αρχές του 1900 – η οπτική αυτή στο American Journal of Clinical Nutrition είναι η πιο ολοκληρωμένη διατύπωση αυτού του μοντέλου μέχρι σήμερα, με συγγραφείς μια ομάδα 17 διεθνώς αναγνωρισμένων επιστημόνων, κλινικών ερευνητών και ειδικών σε θέματα δημόσιας υγείας. Συλλογικά, έχουν συνοψίσει τον αυξανόμενο όγκο στοιχείων που υποστηρίζουν το μοντέλο υδατανθράκων-ινσουλίνης. Επιπλέον, οι συγγραφείς προσδιόρισαν μια σειρά ελέγξιμων υποθέσεων που διακρίνουν τα δύο μοντέλα για να καθοδηγήσουν τη μελλοντική έρευνα.

Η υιοθέτηση του μοντέλου υδατανθράκων-ινσουλίνης έναντι του μοντέλου ενεργειακής ισορροπίας έχει ριζικές συνέπειες για τη διαχείριση του βάρους και τη θεραπεία της παχυσαρκίας.

Αντί να παροτρύνει τους ανθρώπους να τρώνε λιγότερο, μια στρατηγική που συνήθως δεν αποδίδει μακροπρόθεσμα, το μοντέλο υδατανθράκων-ινσουλίνης προτείνει έναν άλλο δρόμο που εστιάζει περισσότερο στο τι τρώνε. Σύμφωνα με τον Δρ Ludwig, «η μείωση της κατανάλωσης των ταχέως αφομοιώσιμων υδατανθράκων που κατέκλυσαν την αγορά τροφίμων τροφής κατά την εποχή της δίαιτας χαμηλών λιπαρών, μειώνει την υποκείμενη τάση για αποθήκευση σωματικού λίπους. Ως αποτέλεσμα, οι άνθρωποι μπορούν να χάσουν βάρος με λιγότερη πείνα και αγώνα».

Οι συγγραφείς αναγνωρίζουν ότι απαιτείται περαιτέρω έρευνα για να ελεγχθούν οριστικά και τα δύο μοντέλα και, ίσως, για να δημιουργηθούν νέα μοντέλα που να ταιριάζουν καλύτερα με τα στοιχεία. Προς αυτή την κατεύθυνση, καλούν σε εποικοδομητικό διάλογο και «συνεργασίες μεταξύ επιστημόνων με διαφορετικές απόψεις για τον έλεγχο των προβλέψεων σε αυστηρή και αμερόληπτη έρευνα».

Μπορείτε να διαβάσετε όλο το άρθρο ΕΔΩ

The carbohydrate-insulin model: a physiological perspective on the obesity pandemic

 

Παρακαλώ επικοινωνήστε μαζί μας αν χρειάζεστε οποιαδήποτε διευκρίνηση, τηλεφωνικά στο 210 8000507, με email στον info@nutrigenomix.gr ή συμπληρώνοντας την φόρμα επικοινωνίας.

Φόρμα Επικοινωνίας

Similar Posts

Vegan Pledge – ή πως να γίνεις χορτοφάγος χωρίς να σου λείπει τίποτα.

Όσο πιο αυστηρός είναι ο τύπος της χορτοφαγίας ( και άρα αποκλείει

Read More
Τελικά, πόσο κακοί είναι οι υδατάνθρακες για την υγεία μας;

Οι υδατάνθρακες βιολογικού ενδιαφέροντος διακρίνονται σε τέσσερ

Read More